Το σχολείο μας
Στο χωριό μας το πρώτο Δημοτικό σχολείο λειτούργησε τα πρώτα χρόνια της Αγγλοκρατίας. Ήταν περιφερειακό και σ’ αυτό φοιτούσαν και μαθητές από το γειτονικό χωριό, το Ξυλιάτο. Στεγαζόταν σε μια μόνο αίθουσα σπιτιού που ενοικίαζε η Αρχή του χωριού. Θρανία δεν υπήρχαν και ο κάθε μαθητής έπρεπε να πάρει από το σπίτι του το δικό του κάθισμα (μικρή καρέκλα ή σκαμνί). Όταν το 1891 λειτούργησε το πρώτο κοινοτικό σχολείο στον περίβολο της εκκλησίας της Αγίας Μαρίνας, κατασκευάστηκε και ο εξοπλισμός του, που αποτελείτο από την έδρα, τραπέζι και καρέκλα, τον μαυροπίνακα διαστάσεων 3Χ2 πόδια και μεγάλα θρανία μήκους 8 πoδών που κάθονταν 6-7 παιδία μαζί. Για τις επιδιορθώσεις και τα έπιπλα πλήρωνε η σχολική επιτροπή. Το σχολείο λειτουργούσε από την ανατολή μέχρι τη δύση, εκτός με διακοπή μιάμιση ώρας από τις 12 το μεσημέρι μέχρι τις 1:30 το απόγευμα. Οι μαθητές πήγαιναν στο σχολείο όταν χτυπούσε η καμπάνα της εκκλησίας. Είχαν δύο διαλείμματα την ημέρα, ένα το πρωί και ένα το απόγευμα. Το απόγευμα του Σαββάτου το σχολείο δεν λειτουργούσε.
Στο περιφερειακό δημοτικό σχολείο φοιτούσαν και μαθητές από το γειτονικό χωριό, Ξυλιάτος. Τα παιδιά αυτά διέμεναν στο χωριό τους και κάθε μέρα πηγαινοέρχονταν με τα πόδια στο σχολείο. Οι συνθήκες ήταν πολύ δύσκολες (δεν υπήρχε δρόμος), το καλοκαίρι μέσα στο λιοπύρι και το χειμώνα μέσα στις λάσπες σχεδόν όλα τα παιδιά δίχως παπούτσια. Η κατάσταση αυτή διήρκησε μέχρι το 1939 που λειτούργησε στο Ξυλιάτο το πρώτο δημοτικό σχολείο.
Τα σπίτια που η χωρητική αρχή χρησιμοποίησε κατά περιόδους ως αίθουσες διδασκαλίες του περιφερειακού δημοτικού σχολείου ανήκαν στις οικογένειες Γεωργίου και Σοφίας Ορφανού και Μιχαήλ Κωνσταντή Κολαππούσιη.
Διδάσκονταν ανάγνωση, αριθμητική και θρησκευτικά από την οκτώηχο και το ψαλτήρι. Τα σχετικά βιβλία όσοι είχαν την οικονομική ευχέρεια, τα αγόραζαν από βιβλιοπωλεία της Λευκωσίας. Στην πρώτη τάξη μάθαιναν το αλφάβητο και μετά λέξεις, συνθέτοντας τα γράμματα ν+α=να. Ότι διδάσκονταν οι μαθητές τα έγραφαν πάνω σε μαύρο αβάκιο με πετροκόνδυλο και μέσα στα τετράδια. Δεν είχαν αργίες στις γιορτές. Πήγαιναν περίπατο δύο φορές τον χρόνο και οι δάσκαλοι διευθετούσαν όπως γίνει συνάντηση με μαθητές άλλων γειτονικών χωριών.
Ο δάσκαλος τιμωρούσε τους μαθητές με λεπτή ράβδο από αγριελιά ή ροδιά ή με το χέρι. Η συνηθισμένη τιμωρία ήταν τα χαστούκια και η σκληρότερη να παραμείνει νηστικός το μεσημέρι ή γονατιστός 1-2 ώρες πάνω σε κόκκους από ρόβι (ζωοτροφή). Στους καλούς μαθητές έδειχνε αγάπη και συμπάθεια. Δεν υπήρχαν ανωμαλίες στις σχέσεις δασκάλου – μαθητών. Οι περισσότεροι κάτοικοι ευγνωμονούσαν τους δασκάλους τους για τα λίγα γράμματα που έμαθαν.
Την εποχή αυτή η Αγγλική Αποικιακή Κυβέρνηση βοηθούσε μόνο τις μεγάλες κοινότητες, παραχωρώντας τους μικρή χρηματική βοήθεια. Οι μικρές κοινότητες έμεναν τελείως αβοήθητες και το χωριό μας, σαν μικρή κοινότητα που ήταν τότε, δεν έπαιρνε καμιά οικονομική βοήθεια.
Στα μικρά χωριά αποκλειστική ευθύνη για το διορισμό δασκάλων, την εξεύρεση κατάλληλης κατά το δυνατό αίθουσας διδασκαλίας, την είσπραξη του αναγκαίου ποσού για τη μισθοδοσία των δασκάλων και τα άλλα έξοδα λειτουργίας των σχολείων, είχαν οι σχολικές επιτροπές. Έτσι και το σχολείο του χωριού μας στήριζε τη λειτουργία του, αποκλειστικά και μόνο στις εισφορές των γονιών των μαθητών και τις δωρεές της εκκλησίας καθώς και των πιο εύπορων κατοίκων.
Τη δεκαετία του 1910 το σύστημα πληρωμής των δασκάλων καλυτέρευσε. Τα χωριά στα οποία λειτουργούσαν σχολεία, εκλέγανε τη σχολική επιτροπή από πλούσιους και μορφωμένους κατοίκους. Αυτοί φρόντιζαν για την κατανομή και την είσπραξη των σχολικών δικαιωμάτων και την παρέδιδαν στις επαρχιακές διοικήσεις. Στο ποσό αυτό η αποικιακή Κυβέρνηση πρόσθετε μικρή χορηγία και από το σύνολο του ποσού αυτού πληρώνονταν οι δάσκαλοι.
Στα επόμενα χρόνια μετά τη θέσπιση σχετικών νόμων, τα σχολικά δικαιώματα, εισπράττονταν από τους εισπράκτορες των φόρων, οι οποίοι και πλήρωναν τους δασκάλους. Στη συνέχεια, έπειτα από τροποποίηση των νόμων, οι δάσκαλοι πληρώνονταν από το τα ταμεία των διοικήσεων των πόλεων.
Το 1913 απορρίφθηκε από το Νομοθετικό Σώμα της αποικιακής Κυβέρνησης το αίτημα ν’ αναλάβει η ίδια τη δαπάνη για την παιδεία αλλά να έχει και την αποκλειστική ευθύνη να διορίζει τους δασκάλους. Σύμφωνα με το νόμο του 1923, την ευθύνη των σχολείων ανέλαβε η Χωρητική Αρχή (Μουχτάρης, Αζάδες), που εκτελούσε χρέη Σχολικής Εφορείας. Οι δάσκαλοι διορίζονταν από το Εκπαιδευτικό Συμβούλιο που αποτελείτο από Άγγλους και Κύπριους Βουλευτές και μεταθέτονταν ανάλογα με τις ανάγκες των σχολείων.
Στις 5 Δεκεμβρίου 1929 οι Άγγλοι κατάθεσαν στο Νομοθετικό Σώμα νομοσχέδιο, το οποίο ψηφίστηκε σε νόμο με ψήφο των Άγγλων, Τούρκων και τριών Ελλήνων Βουλευτών. Σύμφωνα με το νόμο αυτό ο Κυβερνήτης ανέλαβε την αποκλειστική ευθύνη για την παιδεία στην Κύπρο. Οι δάσκαλοι διορίζονταν, παύονταν, προάγονταν και μεταθέτονταν από τον Κυβερνήτη. Έπαιρναν καλύτερο μισθό, αλλά δεν είχαν σύνταξη.
Ανέγερση νέων αιθουσών
Από πληροφορίες που πάρθηκαν το καλοκαίρι του 1996 από τον γηραιότερο κάτοικο του χωριού Μιχαήλ Χατζηθεοδώρου που γεννήθηκε το 1903, το πρώτο κοινοτικό κτίριο του δημοτικού σχολείου κτίστηκε στην αυλή της εκκλησίας το 1985. Αποτελείτο από μια αίθουσα διδασκαλίας με διαστάσεις 20Χ18 πόδια περίπου. Είχε επίσης δωμάτιο για τη διαμονή του δασκάλου και αποχωρητήριο. Η αυλή του ήταν ο χώρος μπροστά και γύρω από την εκκλησία. Με τη ραγδαία αύξηση του αριθμού των μαθητών - οι περισσότερες οικογένειες ήταν πολύτεκνες- περί το 1930 διαπιστώθηκε η ανάγκη για την ανέγερση ενός νέου μεγαλύτερου σχολείου. Ο Μουχτάρης (κοινοτάρχης) του χωριού Νεόφυτος Κολοκοτρώνης, με τη σύμφωνη γνώμη όλων των κατοίκων και τη βοήθεια των συνεργατών του αζάδων, άρχισε αμέσως ενέργειες προς τους Προϊστάμενους του Τμήματος Παιδείας. Σύντομα δόθηκε η έγκριση και εξασφαλίστηκε το απαραίτητο ποσό που εξοφλήθηκε τοκοχρεωλυτικά. Με τη συνεργασία όλων των ενδιαφερομένων αγοράστηκε στο κέντρο του χωριού έκταση γης για το κτίσιμο του νέου σχολείου το οποίο εξακολουθεί και σήμερα, το έτος 2016 να λειτουργεί στον ίδιο χώρο. Κτίστηκε μια ευρύχωρη αίθουσα διδασκαλίας με βεράντα στα ανατολικά του σχολείου. Όλη μέρα, χειμώνα, καλοκαίρι το έλουζε ο ήλιος, με αρκετά μεγάλα παράθυρα στις τρεις πλευρές εκτός από το βορρά όπου βρισκόταν η έδρα.
Η είσοδος ήταν στα ανατολικά, η στέγη με κεραμίδια και το ταβάνι ξύλινο. Η όλη εργασία τελείωσε το καλοκαίρι του 1931 και το νέο σχολείο λειτούργησε το Σεπτέμβρη του ιδίου χρόνου. Η μισή περίπου έκταση του σχολικού χώρου μετατράπηκε σε σχολικό κήπο. Τα σχέδια διαρρύθμισης του – δρόμοι, πρασιές- έγιναν από το Επαρχιακό Γεωργικό Τμήμα. Οι μαθητές των μεγάλων τάξεων εργάστηκαν με πολύ ζήλο για τη δημιουργία του κήπου με την καθοδήγηση και προσωπική φροντίδα του δασκάλου τους. Μετά άρχισαν την καλλιέργεια των πρασιών. Κάθε τάξη πήρε τις δικές της πρασιές, όπου εφάρμοζαν στην πράξη ότι διδάσκονταν στο μάθημα της Φυσικής Ιστορίας. Για τους μαθητές, αυριανούς γεωργούς ήταν μια χρυσή ευκαιρία να διδαχθούν όλα τα σχετικά με τη λαχανοκομία και δεντροκομία, ετοιμασία του εδάφους πριν τη σπορά, τρόπους σποράς, την περιποίηση σπορόφυτων –δενδρυλλίων, το κλάδεμα, την καταπολέμηση φυτικών ασθενειών, τους τρόπους πολλαπλασιασμού των φυτών, εξευγενισμού των δενδρυλλίων – για τον εγκεντρισμό, τον ενοφθαλμισμό και άλλα. Η άρδευση του σχολικού κήπου γινόταν με νερό που μεταφερόταν με τενεκέδες από λάκκους του χωριού. Στα επόμενα λίγα χρόνια τα αποτελέσματα της περιποίησης του σχολικού κήπου ξεπέρασαν κάθε προσδοκία. Οι μαθητές με το ζήλο που τους διακατείχε και την καθοδήγηση του δασκάλου τους, έδωσαν όλο τους το είναι για την πρόοδο του. Οι επιθεωρητές του σχολικού κήπου και οι γεωργικοί λειτουργοί – γεωπόνοι χαρακτήρισαν τον κήπο του χωριού μας σαν ένα από τους καλύτερους της Κύπρου.
Το νέο σχολικό κτίριο ικανοποίησε τις στεγαστικές ανάγκες των μαθητών μόνο για 15 χρόνια. Η αύξηση των μαθητών συνεχίστηκε και τα επόμενα χρόνια. Έτσι από τη σχολική χρονιά 1946-1947 το σχολείο έγινε διδιδάσκαλο και κατέφυγαν πάλι στη χρήση του παλαιού σχολικού κτιρίου. Αυτή ήταν βέβαια λύση ανάγκης, παρόλο που η απόσταση των δύο κτιρίων δεν ήταν πολύ μεγάλη. Το ωρολόγιο πρόγραμμα του διδιδάσκαλου σχολείου ήταν τέτοιο, ώστε οι δάσκαλοι να διδάσκουν σ’ όλες σχεδόν τις τάξεις. Αυτό συνεπαγόταν μετακίνηση μαθητών από το ένα σχολείο στο άλλο. Φανταστείτε τώρα τις δυσκολίες και τους κινδύνους που συναντούσαν οι μαθητές στις τακτικές μετακινήσεις τους, κάποτε μάλιστα ανεπιτήρητοι σ’ όλη τη διαδρομή, χειμώνα καλοκαίρι, με τις αντίξοες καιρικές συνθήκες, τα αυτοκίνητα και τα ζώα.
Βλέποντας οι κάτοικοι τις δυσκολίες που αντιμετώπιζαν τα παιδιά τους, συγκάλεσαν παν-κοινοτική συγκέντρωση, η οποία ομόφωνα αποφάσισε το κτίσιμο νέας σχολικής αίθουσας. Η χωρητική αρχή με μουκτάρη τον Κώστα Καδή, αποτάθηκε στο Γραφείο Παιδείας το οποίο εκπόνησε το σχετικό σχέδιο και στη συνέχεια κατόπιν προσφορών, η Χωρητική Αρχή συμφώνησε με εργολάβο για το κτίσιμο της σχολικής αίθουσας με πέτρα σε ύψος ένα μέτρο και μετά με πλυθάρια και με στέγη από χολετρωτά κεραμίδια.
Με την απόφαση της Χωρητικής Αρχής διαφώνησαν οι περισσότεροι κάτοικοι που υποστήριζαν ότι το κτίριο έπρεπε να κτιστεί εξολοκλήρου με πέτρα η δε στέγη του να είναι από κεραμίδια γαλλικού τύπου. Συνάμα οι διαφωνούντες εξέλεξαν μάλιστα και επιτροπή η οποία απέστειλε επιστολή προς το Διευθυντή του Γραφείου Παιδείας, υποστηρίζοντας τις απόψεις της πλειοψηφίας των κατοίκων. Το Γραφείο Παιδείας έκαμε δεκτό το αίτημα των κατοίκων υπό τον όρο όμως η κοινότητα να πληρώσει επιπρόσθετο ποσό εκατόν δέκα λιρών.
Η θετική απάντηση δραστηριοποίησε πιο πολύ την επιτροπή ανέγερσης νέας σχολικής αίθουσας, η οποία κυκλοφόρησε καταλόγους για χρηματικές εισφορές και προσφορά δωρεάν ημερομισθίων (μεροκάματων) και υλικών. Η ανταπόκριση ήταν άνευ προηγουμένου. Μέσα σε λίγες μέρες μαζεύτηκε το ποσό των τριακόσιων τριάντα πέντε λιρών και 12 σελινιών (£335,12) και έγιναν προσφορές 469 ημερομισθίων και 567 γομαριών πέτρες της περιοχής.
Η επιτροπή, αφού είσπραξε τις εισφορές των κατοίκων επισκέφθηκε το Γραφείο Παιδείας και εξασφάλισε έγκριση για κατασκευή της αίθουσας από την κοινότητα υπό την επίβλεψη των Τεχνικών Υπηρεσιών του κράτους. Η βοήθεια της Κυβέρνησης για την κατασκευή του έργου ήταν τελικά εκατόν είκοσι οκτώ λίρες (£128).
Οι κατασκευαστικές εργασίες άρχισαν αμέσως και το συντονισμό είχε η εκλεγείσα επιτροπή που αποτελείτο από τους Κώστα Ιωάννου ( Γραμματέα και Ταμία), Χρυσόστομο Συμεού, Ζαχαρία Πέτρου, Σπύρο Μηλιδώνη, Ιωσήφ Χατζηπαναγή και Μιχαήλ Κωνσταντή (μέλη). Η αίθουσα ολοκληρώθηκε και λειτούργησε το 1950.
Η πειθαρχία στο Δημοτικό σχολείο της Αγίας Μαρίνας (Ξυλιάτου)
Από το Δεκέμβρη του 1891 που λειτούργησε το πρώτο κοινοτικό περιφερειακό δημοτικό σχολείο της Αγίας Μαρίνας μέχρι και το έτος 1950 ο ρόλος του δασκάλου ως παιδαγωγού επεκτεινόταν και στη ζωή του μαθητή εκτός σχολείου. Η ευθύνη του δασκάλου δεν ήταν μόνο η διδασκαλία της ύλης μέσα στο σχολείο. Η ευθύνη του επεκτεινόταν στο αν ο μαθητής έκανε το διάβασμα στο σπίτι ή αν η συμπεριφορά του κατά τον χρόνο που δεν ήταν στο σχολείο ήταν καλή. Οι γονείς που στη πλειονότητα τους ήταν αγράμματοι και επειδή απουσίαζαν στα χωράφια ή στα κοπάδια τους δεν είχαν τη δυνατότητα να επιβλέπουν τα παιδιά τους, ώστε να τα ‘’βάζουν’’ να διαβάσουν ή να συμπεριφέρονται καλά. Ο δάσκαλος δηλαδή είχε την εξουσιοδότηση από τους γονείς να ελέγχει τα παιδιά εκτός σχολείου, να δικάζει αυτούς που παρανομούσαν και να τους επιβάλει τιμωρία για τα παραπτώματα τους. Με βάση αυτό το πλαίσιο καθιερώθηκε μια σειρά από ποινές και τιμωρίες, τόσο για αυτούς που παρανομούσαν ή δεν συμπεριφέρονταν καλά όσο και σε άτακτους μαθητές και σε εκείνους που δεν έκαναν τις εργασίες τους. Οι πιο συχνές τιμωρίες ήταν η επίπληξη, το ράπισμα, ο ραβδισμός, η απομόνωση στη γωνιά των τοίχων και η κράτηση μέσα στην τάξη όταν οι άλλοι σχολνούσαν. Σε καμιά περίπτωση δεν υπήρχε το ενδεχόμενο την άλλη μέρα να έλθουν οι γονείς και να παραπονεθούν ή να επιπλήξουν το δάσκαλο, εκτός αν το ξύλο ήταν τόσο πολύ που έκανε σοβαρή ζημιά στο μαθητή. Υπήρχαν όμως, πραγματικά περιπτώσεις που ο δάσκαλος προξένησε σοβαρή ζημία σε μαθητές.
Άτομα που είναι σήμερα 75 ετών και άνω σίγουρα έχουν δοκιμάσει τη ράβδο, το ράπισμα στο πρόσωπο ή την ορθοστασία στη γωνιά. Υπήρχαν και δάσκαλοι που έστελναν τους ίδιους τους μαθητές να φέρουν την ‘’βίτσα’’ στο σχολείο, με ειδική μάλιστα προτίμηση να είναι από αγριελιά ή ροδιά. Γενικά οι απόψεις των δασκάλων και των γονιών για την καλή αγωγή των παιδιών αποδέχονταν την επιβολή σωματικών ποινών ως παιδαγωγικό μέσο. Οι μαθητές επίσης προτιμούσαν να τους τιμωρήσει ο δάσκαλος παρά ο πατέρας τους γιατί στη δεύτερη περίπτωση η τιμωρία θα ήταν αυστηρότερη.
Στη σημερινή εποχή οι αντιλήψεις αυτές δεν είναι αποδεκτές, ούτε από τους δασκάλους ούτε από τους γονείς. Αν γινόταν σύγκριση της τότε συμπεριφοράς των μαθητών με τη σημερινή μαθητική παραβατικότητα, όπως εκφράζεται μέσα και έξω από τα σχολεία, θα καταλήγαμε στο συμπέρασμα ότι η οικογένεια, το σχολείο, η κοινωνία και το κράτος απέτυχαν να βρουν τρόπους για σωστή διαπαιδαγώγηση των παιδιών.
Τα πιο σοβαρά μαθητικά παραπτώματα της εποχής πριν το 1950, αφορούσαν την ‘’κλοπή’’ λίγων φρούτων πχ. χρυσόμηλα, σύκα, σταφύλι ή την παραμονή στους χωματόδρομους του χωριού για παιγνίδι μετά τη δύση του ήλιου. Οι παραβάσεις αυτές ήταν αποτέλεσμα της έλλειψης εναλλακτικής ενασχόλησης. Δεν υπήρχαν τότε ραδιόφωνο, τηλεόραση, υπολογιστές και διαδίκτυο. Αυτή η μαθητική παραβατικότητα δεν είχε τίποτα να μοιάσει με αυτήν που βλέπουμε σήμερα, όπως εκδηλώνεται με μαθητές εναντίων μαθητών, ξυλοδαρμούς εμπρησμούς σχολικών κτιρίων, καταστροφή αθλητικών εγκαταστάσεων κ.α. Είναι βέβαια πολύ γνωστό ότι οι παραβάσεις αυτές γίνονται από μια μικρή μερίδα των μαθητών που δυστυχώς εκθέτει το σύνολο.
Προβλήματα στο νομοδιδάσκαλο δημοτικό σχολείο
Με τη λειτουργία του πρώτου περιφερειακού δημοτικού σχολείου της Αγίας Μαρίνας άρχισαν να εμφανίζονται και αρκετά προβλήματα που δυσκόλευαν το έργο του σχολείου. Ο δάσκαλος αποτάθηκε στη Χωρητική αρχή αλλά δυστυχώς η οικονομική κατάσταση της ήταν σε κακά χάλια και δεν υπήρχαν δυνατότητες να ικανοποιηθούν οι νέες ανάγκες του σχολείου. Η κοινότητα με δυσκολία εξασφάλιζε το μισθό του δασκάλου και τη δαπάνη για τη συντήρηση του σχολικού κτιρίου και του σπιτιού διαμονής του δασκάλου. Οι ελλείψεις ήταν πάρα πολλές. Δεν υπήρχε στο σχολείο νερό τόσο πόσιμο, όσο και για άρδευση του σχολικού κήπου. Δεν υπήρχαν καθαρίστριες για την αίθουσα διδασκαλίας και την αυλή του σχολείου. Δεν υπήρχαν επίσης κατάλληλες εγκαταστάσεις υγιεινής. Υπήρχε μόνο ένα αποχωρητήριο ξηρού τύπου και ο δάσκαλος έδινε ολιγόλεπτη άδεια για επίσκεψη στο σπίτι τους.
Μια άλλη δυσκολία ήταν ο μεγάλος αριθμός των μαθητών σε μια μόνο αίθουσα και για να διευκολυνθεί το έργο του σχολείου εφάρμοζαν το αλληλοδιδακτικό σύστημα διδασκαλίας. Την ευθύνη για την καθαριότητα του σχολείου και του σπιτιού του δασκάλου ανέλαβαν οι μαθητές. Ο δάσκαλος δημιούργησε ομάδες από μαθητές και μαθήτριες και καθόρισε στη κάθε μία τα καθήκοντά τους.
Ομάδα Α: Καθημερινό σκούπισμα και ξεσκόνισμα της αίθουσας διδασκαλίας και της αυλής.
Ομάδα Β: Καλλιέργεια, πότισμα, ξεχόρτισμα και κλάδεμα των πρασιών και των δέντρων του σχολικού κήπου. Οι μαθητές αναγκάζονταν να μεταφέρουν νερό από μακρινές αποστάσεις για άρδευση του κήπου.
Τις Κυριακές και τις θρησκευτικές γιορτές οι μαθητές είχαν υποχρεωτικό εκκλησιασμό. Ο δάσκαλος όριζε τον επιμελητή που είχε καθήκον να σημειώνει τους απόντες και όσους έκαναν αταξίες στη διάρκεια της Θείας Λειτουργίας. Επίσης όριζε τα παιδιά που θα βοηθούσαν τον ιερέα μέσα στο Ιερό, ποιοι θα έπιαναν τα εξαπτέρυγα και ποιος θα έλεγε το «Πιστεύω» και το «Πάτερ Υμών».
Την επόμενη μέρα ο επιμελητής της Εκκλησίας έδινε τον κατάλογο του εκκλησιασμού στο δάσκαλο, ο οποίος τιμωρούσε όποιους ατακτούσαν ή αδικαιολόγητα δεν πήγαν στην Εκκλησία.
Το μονοδιδάσκαλο σχολείο
Το δημοτικό σχολείο της κοινότητας από την έναρξη του το 1891 μέχρι και το 1949 λειτουργούσε με ένα μόνο δάσκαλο που ήταν υπεύθυνος και για τις έξι τάξεις. Η ζωή του ήταν πραγματικά πολύ δύσκολη. Το πρώτο σχολείο ήταν ανώγειο με μια μεγάλη ξύλινη σκάλα που είχε μεγάλη κλίση και ήταν επικίνδυνη για τα παιδιά ιδιαίτερα τα μικρά. Ο αριθμός των μαθητών με μια μόνο αίθουσα ήταν μεγάλος από 30-70 παιδιά. Για να τα βγάζει πέρα ο δάσκαλος εφάρμοζε την αλληλοδιδακτική μέθοδο (1) διδασκαλίας. Οι πιο καλοί μαθητές της έκτης δίδασκαν τα πιο μικρά παιδιά και έλεγχαν τα γραπτά κείμενά τους μέχρι να τελειώσει ο δάσκαλος τις πιο μεγάλες τάξεις.
Τα βράδια ο δάσκαλος γυρνούσε στους δρόμους της κοινότητας γιατί σύμφωνα με τους κανονισμούς που επικρατούσαν τότε, οι μαθητές έπρεπε να βρίσκονται στα σπίτια τους πριν από τη δύση του ήλιου.
(1).Αλληλοδιδακτική μέθοδος: Επινοήθηκε και εφαρμόστηκε από τους Lancaster και Bell. Χρησιμοποιείτο σε σχολεία με πολλούς μαθητές και με μόνο ένα δάσκαλο, που εβοηθείτο στο διδακτικό έργο από τους ‘’πρωτόσκολους’’.
Ο δάσκαλος και ο ιερέας του χωριού
Στη μικρή κοινωνία της Αγίας Μαρίνας όπου οι πιο πολλοί κάτοικοι ήταν αγράμματοι, ο δάσκαλος και ο ιερέας έχαιραν μεγάλης εκτίμησης. Όταν ο δάσκαλος και ο ιερέας έμπαιναν στο καφενείο, όλοι οι θαμώνες στέκονταν όρθιοι για να τους χαιρετίσουν, να τους δώσουν κάθισμα και να τους προσφέρουν ποτό.
Οι χωριανοί με τη σειρά, προσκαλούσαν το δάσκαλο συχνά στα σπίτια τους για φαγητό. Στα παλαιότερα χρόνια πριν οι δάσκαλοι γίνουν δημόσιοι υπάλληλοι το φαγητό του δασκάλου παραχωρείτο από τους γονείς των μαθητών και αποτελούσε μέρος της συμφωνίας για το διορισμό του.
Οι κάτοικοι όμως είχαν και απαιτήσεις από το δάσκαλό τους. Τον ήθελαν υπόδειγμα καλού χριστιανού και καλού πολίτη. Δεν ήθελαν ο δάσκαλος τους να ξεφύγει από τους χριστιανικούς τρόπους ζωής και να προκαλεί προβλήματα στους κατοίκους.
Το πιο κάτω σχόλιο της εφημερίδας ‘ Σάλπιγγα’ στις 7 Ιανουαρίου 1889 είναι χαρακτηριστικό:
<< Οι δάσκαλοι να είναι προσεκτικοί στα χωριά. Αντιθρησκευτική διαγωγή σκανδαλίζει πολλούς χωρικούς και διεγείρει παρ’ αυτής το μίσος προς τα γράμματα. Επανερχόμεθα και πάλιν επί του θέματος τούτου, σπουδαιότατου καθ’ ημάς, περί του οποίου και άλλοτε εγράψαμεν. Οι χωρικοί δέχονται τους δασκάλους ως φωστήρας, αφ’ ων και αυτοί και τα τεκνά των θα φωτισθώσι.
Α) Ουδέποτε πρέπει να φαίνονται είτε δια λόγων, είτε δια έργων να περιφρονείται τα των θρησκευτικών εθίμων.
Β) Ουδέποτε πρέπει να αναμειγνύονται εις καμματικάς έριδας.
Γ) Ουδέποτε πρέπει να περιφρονούσι ή να εμπαίζωσι τους χωρικούς.
Δ) Κατά πάσαν εορτήν, Κυριακήν εν τη εκκλησία ή περί την δειλινήν εν τω σχολείω, να προσκαλώσι τους χωρικούς και να αναγιγνώσκωσιν, επεξηγώντας εις απλήν γλώσσαν την ερμηνείαν του Ευαγγελίου. Λυπηρόν τη αλήθεια, ότι ουδεμία σχεδόν επίβλεψης επί των διδασκάλων και της αγροτικής εκπαιδεύσεως υφίσταται εν μέρους ημών>>.
Η μαθητική ζωή πριν το 1950
Η ζωή των μαθητών δεν μπορεί να συγκριθεί με τη ζωή στη σημερινή εποχή. Δε υπήρχε στολή και ο κάθε μαθητής ντυνόταν όπως μπορούσαν οι φτωχοί γονείς του εκείνης της εποχής. Τα πουκάμισα και τα κοντά παντελονάκια των παιδιών ήταν μπαλωμένα με κομμάτια διαφόρων χρωμάτων. Οι περισσότεροι μαθητές δεν φορούσαν ούτε παπούτσια. Οι σχολικές τσάντες ήταν από ‘αλατζιά’ και με μακρύ λουρί που την φορούσαν στη ράχη ή με δύο λουριά κοντά ένα στην κάθε πλευρά, την οποία κρατούσαν στο χέρι.
Εκπαιδευτήρια για δασκάλους
Από την ίδρυση των κοινοτικών δημοτικών σχολείων στην Κύπρο του 19ου αιώνα, οι περισσότεροι δάσκαλοι που δίδασκαν σ’ αυτά προέρχονταν από τις ανώτερες σχολές εκπαίδευσης που ίδρυσε η εκκλησία στις μεγάλες πόλεις, είτε από την Ελλάδα. Δάσκαλοι έρχονταν επίσης, σε μικρότερο αριθμό από την Κωνσταντινούπολη, τη Σμύρνη, την Ιερουσαλήμ και από άλλα πνευματικά κέντρα της περιοχής. Ειδικά εκπαιδευτικά ιδρύματα για την κατάρτιση δασκάλων ιδρύθηκαν στην Κύπρο προς το τέλος του 19ου αιώνα. Πρώτο ιδρύθηκε το διδασκαλείο του Παγκύπριου Γυμνασίου στη Λευκωσία το 1893 και το 1903 ιδρύθηκε για δασκάλες το διδασκαλείο του παρθεναγωγείου Φανερωμένης, επίσης στη Λευκωσία. Τελευταίο ιδρύθηκε το 1910 το Παγκύπριο ιεροδιδασκαλείο στη Λάρνακα. Η αποικιακή κυβέρνηση αναγνώρισε τα διπλώματα των διδασκαλείων αυτών, ως κατάλληλο προσόν δασκάλου για τα δημοτικά σχολεία ώστε να δικαιούνται την κυβερνητική επιδότηση που παραχωρείτο από το σχολικό έτος 1882-1983.